Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ: "ΑΥΤΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ «ΧΡΕΩΝΟΥΜΕ» ΣΤΗ ΜΗ-ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ - ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΟΙ Κ

"ΕΝΗΜΕΡΩΤΗΣ"

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ Νο [ 01384 ] [ 2010.01.26 00:00 ]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ: "ΑΥΤΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ «ΧΡΕΩΝΟΥΜΕ» ΣΤΗ ΜΗ-ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ - ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΘΑ ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ «ΕΥΧΕΣ» ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ - ΣΤΗ ΜΙΚΡΗ ΕΛΛΑΔΑ ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΡΥΒΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΦΥΛΑΓΜΕΝΑ «ΓΚΕΤΟ»"

ΒΑΣΙΚΗ ΑΡΧΗ ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΟΥΝ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΙ ΟΣΟ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΛΗΨΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΗΝΟΥΝ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΝΑ ΠΑΡΑΧΘΕΙ

26/01/2010
Ιδιόκτητα Κόμματα με Φρανσάιζ ιδεολογικής πατέντας

http://deltio11.blogspot.com/2010/01/blog-post_1803.html

Από τον φασισμό της μονοκρατορίας της δεξιάς περάσαμε στον φασισμό της ψευδοδημοκρατίας του δικομματισμού. Εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα ο κομματισμός, που καταστρατηγεί κάθε έννοια δημοκρατίας. Γιατί; Γιατί δημιουργεί συνθήκες ολιγοπωλίου στη διαχείριση της εξουσίας. Από τότε μέχρι σήμερα δύο στην κυριολεξία ιδιόκτητα κόμματα κυβερνούν τον τόπο. Η ιδιοκτησία του Καραμανλή την οποία σφετερίζεται ο Μητσοτάκης και η ιδιοκτησία του Παπανδρέου. Αυτά τα κόμματα-ιδιοκτησίες και οι “χορηγοί” τους μονοπωλούν τα πάντα. Υπό την αιγίδα των ιμπεριαλιστών —και χάρη στην άγνοια των πολιτών— πήραν τα πνευματικά δικαιώματα των ιδεολογιών τις οποίες υποτίθεται πρεσβεύουν. Η ΝΔ πήρε τα δικαιώματα του φιλελευθερισμού και το ΠΑΣΟΚ τα δικαιώματα του σοσιαλισμού. “Φιλελεύθερο” στην Ελλάδα έγινε μόνον ό,τι έχει license από τη ΝΔ και το αντίστοιχο συμβαίνει και με το ΠΑΣΟΚ.

Πού βρίσκεται η παγίδα; Τα δύο αυτά κόμματα, έχοντας συμβατότητα με το Σύνταγμα, έλκουν το σύνολο των ψηφοφόρων προς το μέρος τους, χρησιμοποιώντας σαν εχθρούς-φόβητρα τα μη συμβατά με το Σύνταγμα φασιστικά και κομμουνιστικά άκρα. Μιλάμε για άκρα και όχι για κόμματα, γιατί, για να είναι κάτι κόμμα, θα πρέπει να είναι συμβατό με το Σύνταγμα, που ορίζει τι ακριβώς είναι το κόμμα. Χάρη σ’ αυτά τα άκρα λοιπόν δημιουργούν ένα “χωνί”, που καταλύει τη δημοκρατία και το Σύνταγμα. Αυτή είναι η παγίδα. Χρησιμοποιούν ασήμαντες, ευνουχισμένες και ακίνδυνες ιδεολογικές δυνάμεις, για να παγιδεύουν τον κόσμο. Δυνάμεις με μονοψήφια ποσοστά στην ελληνική κοινωνία, που χωρίς την κρατική χρηματοδότηση θα είχαν προ πολλού εξαφανιστεί. Δυνάμεις οι οποίες μισούνται μεταξύ τους και πάντα θα έχουν απέναντί τους ένα ποσοστό του ελληνικού λαού, που είναι πάνω από το 90%. Τόσο σημαντικό και μεγάλο είναι το έργο της προστασίας του συστήματος από τα πολιτικά κόμματα, που δίνουν τη “μάχη” της δημοκρατίας μέσα στη βουλή.

Αυτές λοιπόν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, αγνοώντας παντελώς το Σύνταγμα, γρήγορα άρχισαν τα εγκλήματα. Ανέπτυξαν θηριώδεις μηχανισμούς χάρη στα χρήματα του λαού. Εξασφαλίζοντας παράνομη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, έγιναν τα μονοπώλια στους χώρους τους οποίους υποτίθεται εξέφραζαν. Γρήγορα έγιναν μηχανισμοί διαχείρισης της κοινωνικής προβληματικότητας. Έγιναν μηχανισμοί, όπου κυρίαρχοι ήταν τα “τρωκτικά”, οι “κηφήνες” και όλα τα υπόλοιπα παρασιτικά “ζώα” της ανθρώπινης ζούγκλας. Εκμεταλλεύτηκαν τις ιδεοληψίες και τους φόβους του λαού και του πρόσφεραν τα ιδιωτικά τους “καταφύγια”. Εκμεταλλεύτηκαν την αγωνία και τη φτώχια του λαού και έγιναν μηχανισμοί βολέματος για τους πιστούς τους. Μεγάλα “μαντριά”, που μέσα τους περιφέρονταν τα φοβισμένα “πρόβατα”, αναζητώντας είτε την ασφάλεια είτε την κρατική “ταΐστρα”. Το θηριώδες του μεγέθους τους, καθώς και η μόνιμη σχέση τους με την εξουσία, δημιούργησαν τη λεγόμενη “διαπλοκή”. Το κάθε κόμμα πήρε τους “χορηγούς” της προτίμησής του και δημιούργησαν το πολιτικοοικονομικό κατεστημένο της μεταπολίτευσης.

Στην κυριολεξία μετρημένες στα δάκτυλα είναι οι οικογένειες που αυτήν τη στιγμή ελέγχουν τα πάντα στην Ελλάδα. Είτε μιλάμε για το επίπεδο της πολιτικής είτε γι’ αυτό της οικονομίας. Στην Ελλάδα της δημοκρατίας ελάχιστοι άνθρωποι λυμαίνονται τα πάντα και η συντριπτική πλειοψηφία του λαού βρίσκεται στα όρια της αθλιότητας. Καραμανλήδες, Μητσοτάκηδες, Παπανδρέου και μερικοί άλλοι είναι οι ιδιοκτήτες των κομμάτων, που έχουν μετατρέψει το ίδιο το κράτος σε κομματική ιδιοκτησία και κατ’ επέκταση σε προσωπική τους ιδιοκτησία. Κοντά σ’ αυτούς και κάποιες οικογένειες οικονομικών μεγαλοπαραγόντων, που “αρμέγουν” ελέω κομμάτων το σύνολο του εθνικού κεφαλαίου. Το κάθε κόμμα θεριεύει τους δικούς του παράγοντες, οι οποίοι στη συνέχεια μετατρέπονται σε “χορηγούς” του και το “ευεργετούν”, ενώ στην πραγματικότητα μοιράζονται με τους συνενόχους τους τη “λεία” των κλοπών τους.

Όλα αυτά όμως δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, αν δεν υπήρχε επέμβαση στον τρόπο λειτουργίας του ίδιου του συστήματος. Έπρεπε να νικηθεί ο μεγάλος τους εχθρός κι αυτός ήταν το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα, που θεωρητικά είχε τα αντίμετρα για τον οποιονδήποτε θα επιχειρούσε να το καταλύσει. Ποιος ήταν ο κίνδυνος εξαιτίας του Συντάγματος; Ο διαχωρισμός των εξουσιών μεταξύ τους. Τα κόμματα και οι ιδιοκτήτες τους μπορούσαν να μονοπωλούν την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, αλλά είχαν ένα τεράστιο πρόβλημα. Δεν μπορούσαν να ελέγχουν τη δικαστική εξουσία, που από το ίδιο το Σύνταγμα ορίζεται ως ο βασικός θεματοφύλακάς του. Την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία μπορούσαν να την κατευθύνουν με τα κομματικά τους “οράματα”, αλλά τη δικαστική εξουσία την κατευθύνει μόνον το Σύνταγμα, το οποίο γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τα “οράματα” των τυφλών κομματαρχών.

Το πρόβλημα όλων αυτών ήταν ότι τα κόμματα μπορούσαν να γίνουν “αφεντικά” των δύο εξουσιών, αλλά δεν μπορούσαν να γίνουν “αφεντικά” της δικαστικής εξουσίας. Της εξουσίας που έχει “αφεντικό” της το ίδιο το Σύνταγμα. Το πρόβλημά τους δηλαδή ήταν απλό στον εντοπισμό του, αλλά δύσκολο στην αντιμετώπισή του. Δεν μπορούσαν να ελέγχουν μια εξουσία, που στελεχώνεται με τρόπους οι οποίοι δεν ευνοούν τα κόμματα. Με μια πετυχημένη διαφημιστική καμπάνια μπορείς να παρασύρεις χιλιάδες αφελείς ψηφοφόρους και να μετατρέψεις έναν τενεκέ σε βουλευτή. Από τη στιγμή που τον “κατασκευάζεις”, μπορείς να τον ελέγχεις, εφόσον μπορείς να τον εκβιάζεις με αντικατάστασή του. Αρεοπαγίτη όμως δεν μπορείς να “κατασκευάσεις” με τον ίδιο άμεσο κι αποτελεσματικό τρόπο. Ο τίτλος του Αρεοπαγίτη αποκτάται με αγώνα ζωής. Για να ελέγχεις το δικαστικό σώμα, θα πρέπει να περιοριστείς στους υπάρχοντες λειτουργούς του, εφόσον δεν μπορείς να τους “κατασκευάσεις”. Άρα, για να ελέγχεις συνολικά το σύστημα μέσα στο οποίο αυτοί κινούνται, θα πρέπει να το ελέγχεις ολοκληρωτικά. Θα πρέπει να μπορείς να “παίζεις” με τις φιλοδοξίες και τις ανάγκες αυτών που επιθυμείς να ελέγξεις.

Γιατί ήταν γι’ αυτούς θεμελιώδες να ελέγξουν αυτήν την εξουσία; Γιατί η εξουσία αυτή είναι όπως είπαμε ιδιόρρυθμη. Δεν παράγει πολιτική, αλλά μπορεί να ακυρώσει πολιτική. Δεν σου λέει προς τα πού να “πάς”, αλλά μπορεί να σου απαγορεύσει να “πάς” εκεί όπου αποφάσισες, αν το κρίνει αντισυνταγματικό. Δεν συμμετέχει σε νομές “λείας” και άρα σε εύνοιες, αλλά μπορεί να τιμωρήσει αυτούς που νέμονται τις “λείες” κι ευνοούν τους εκλεκτούς τους. Αυτή η εξουσία έχει το “μέτρο” του Συντάγματος και αυτή μπορεί να “μετρήσει” το τι κάνουν οι υπόλοιπες εξουσίες. Από τη στιγμή που εσύ εκτελείς εντολές ξένων εις βάρος του λαού τον οποίο προστατεύει το Σύνταγμα, θα πρέπει να μπορείς να ελέγχεις πάση θυσία αυτούς που προστατεύουν το Σύνταγμα. Πρέπει πάση θυσία να ελέγξεις το όργανο αυτό όσο ιδιόρρυθμο κι αν είναι.

Τον κίνδυνο που αντιπροσώπευε η δικαστική εξουσία, οι ιδιοκτήτες των κομμάτων – που ήθελαν ελέω ΗΠΑ να μονοπωλούν την εξουσία – τον διέβλεψαν εγκαίρως. Εκμεταλλεύτηκαν δύο πράγματα προκειμένου να την ελέγξουν. Την άσχημη σχέση που είχε η εξουσία αυτή με τον λαό και τη σχέση οικονομικής αλληλεξάρτησης της εκτελεστικής εξουσίας με τη δικαστική. Σ’ ό,τι αφορά το πρώτο συμβαίνει το εξής: Η δικαστική εξουσία, όπως και άλλοι μηχανισμοί του κράτους, συνεργάστηκε με τη Χούντα και βέβαια με το προηγούμενο φασιστικό μονοπώλιο της εξουσίας το οποίο εξέφραζε το “Παλάτι”. Ως μηχανισμός, που στελεχώνεται από ισόβιους και μη αιρετούς λειτουργούς, ήταν δεδομένο ότι συνεργάστηκε με τη φασιστική δεξιά σε όλο της το “φάσμα” και άρα μεταπολιτευτικά είχε πολύ πιο άσχημη “έξωθεν” εικόνα από τις δύο άλλες εξουσίες.

Ενώ δηλαδή η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία “ανανέωσαν” το δυναμικό τους μετά τη Χούντα, η δικαστική εξουσία δεν το έκανε, γιατί απλά ήταν αδύνατον να το κάνει. Δεν είναι δυνατόν να “ξηλωθεί” ολόκληρο το δικαστικό σώμα, για να ανανεωθεί στον βαθμό που ανανεώνεται μία κυβέρνηση ή μία βουλή. Επιπλέον, ο ρόλος της και η φύση της, που έχει σχέση με την έννοια της τιμωρίας, την έκανε αντιπαθητική στον λαό. Οι πονηροί αυτό εκμεταλλεύτηκαν. Δεν έκαναν ένα βασικό “ξεκαθάρισμα” μέσα στους κόλπους της εκ του πονηρού. Δεν την “αποχουντοποίησαν” στον απαραίτητο βαθμό, για να μπορούν να την κατηγορούν και να την διαβάλουν εύκολα. Για να μπορούν να την εκβιάζουν.

Αυτό όμως που τους διευκόλυνε τα μέγιστα ήταν η ποιότητα των ανθρώπων που εκείνη την εποχή παρίσταναν τους δικαστές. Η μονοκρατορία της δεξιάς, για να μην αντιμετωπίζει προβλήματα, είχε κατορθώσει και είχε τοποθετήσει στη δομή της ανθρωπάκια της πλάκας. Σε θέσεις που προβλέπεται να καταλαμβάνουν γίγαντες λειτουργοί έβαλε νάνους με νοοτροπία δημοσίου υπαλλήλου. Σε θέσεις που απαιτούσαν ακεραιότητα και γενναιότητα έβαλε θρασύδειλους ευνούχους. Σε θέσεις που απαιτούσαν αίσθηση του κοινού δικαίου έβαλε φασίστες. Η ιδιομορφία των φασιστών είναι η εξής: Αντιλαμβανόμενοι τον κόσμο με τον γνωστό βλακώδη τρόπο, είναι εύκολα ελεγχόμενοι. Αντιλαμβανόμενοι τον κόσμο να χωρίζεται σε “ανώτερους” και “κατώτερους”, εύκολα παγιδεύονται και οι ίδιοι μέσα σ’ αυτήν τη λογική. Ως δικαστές είναι απίστευτα σκληροί, όταν έχουν απέναντί τους “κατώτερους” και είναι απίστευτα δουλικοί όταν έχουν απέναντί τους “ανωτέρους”.

Όταν έπεσε η Χούντα, που τους επέτρεπε να παριστάνουν τους “άνδρες”, όλοι αυτοί πανικοβλήθηκαν. Κανένας δεν είχε τη γενναιότητα να παραιτηθεί από τη θέση του. Κανένας δεν αρνήθηκε να υπηρετήσει το νέο Σύνταγμα, λόγω της υποτιθέμενης διαφορετικής ιδεολογίας που αυτό πρέσβευε. Τα ανθρωπάκια “κούρνιαξαν” στις γωνιές τους και περίμεναν το έλεος. Αυτοί οι οποίοι με τις πλάτες της Χούντας “κατακεραύνωναν” τους “εχθρούς” τους, έγιναν αρνάκια όταν έχασαν τη μάχη. Αυτοί, που έστελναν ανθρώπους στα ξερονήσια, φοβήθηκαν για τις θεσούλες τους. Για να μην χάσουν το ψωμάκι τους, αυτοί, που δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν ούτε ως κοινοί δικηγόροι, σύρθηκαν στα γραφεία της εκτελεστικής εξουσίας να διαπραγματευτούν τη “σωτηρία” τους. Τι διαπραγμάτευση να κάνουν αυτά τα θλιβερά ανθρωπάκια; Για να σώσουν τις θεσούλες τους και να μην φύγουν κλοτσηδόν από τα δικαστικά πόστα τους, δέχθηκαν τους όρους που τους επέβαλαν οι νέοι διαχειριστές της εξουσίας.

Αυτή η δουλικότητα των “γιγάντων” της χουντικής δικαιοσύνης έδωσε τη δυνατότητα στους νέους διαχειριστές να παραστήσουν τους “προστάτες” του λαού και να “καπελώσουν” μία από τις κυρίαρχες εξουσίες. Πώς; Με το να δώσουν υπερεξουσίες στον υπουργό δικαιοσύνης. Στον “δημοκράτη” υπουργό, που είχε τον “αέρα” της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Δεν επέτρεψαν στο Σύνταγμα να “κηδεμονεύει” αυτήν την ακίνδυνη αλλά υπεραπαραίτητη για τη δημοκρατία εξουσία, αλλά έδωσαν αυτόν τον ρόλο σε κάποιο πρόσωπο αμφιβόλου ποιότητας. Μετέτρεψαν ένα αιρετό και άσχετο “τίποτε” σε κυρίαρχο παράγοντα μιας από τις τρεις θεμελιώδεις εξουσίες. Το αποτέλεσμα ήταν τρομερό. Η φυσική ηγεσία της δικαστικής εξουσίας δεν βρισκόταν υπό την εξουσία του Συντάγματος, αλλά υπό την εξουσία ενός κοινού παραγοντίσκου της εκτελεστικής εξουσίας. Παραβιάστηκε το Σύνταγμα, που προβλέπει το εξής θεμελιώδες. Άρθρo 87.2. Oι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τoυς υπόκεινται ΜΟΝΟ στo Σύνταγμα και στoυς νόμoυς και σε καμία περίπτωση δεν υπoχρεoύνται να συμμoρφώνoνται με διατάξεις πoυ έχoυν τεθεί κατά κατάλυση τoυ Συντάγματoς.

Το αποτέλεσμα αυτής της παραβίασης; Εγκληματικό για τη δημοκρατία και τους θεσμούς της. Άλλαξε ο ρόλος της δικαστικής εξουσίας και μειώθηκε η ισχύς της. Μετατράπηκε σε ένα “δεκανίκι” της εκτελεστικής εξουσίας. Ένα “δεκανίκι”, που έδινε νομιμοφάνεια στις παρανομίες της. Η δικαστική εξουσία έπαψε να έχει ανεξάρτητο λόγο. Δεν μπορούσε να έχει λόγο ούτε καν στην εσωτερική της λειτουργία και στις αρχαιρεσίες της. Αυτό “αποτυπώνεται” και στο τυπικό της όλης λειτουργίας της. Η φυσική ηγεσία μιας από τις τρεις θεμελιώδεις εξουσίες δεν ορκίζεται ενώπιον του προέδρου της δημοκρατίας πίστη στο Σύνταγμα, όταν αναλαμβάνει τα καθήκοντά της. Δεν ορκίζεται όπως ο πρωθυπουργός ή ο πρόεδρος της βουλής, που τίθενται επικεφαλής των άλλων δύο εξουσιών. Αυτό κάτι σημαίνει. Όταν ορκίζεται ένας ασήμαντος παράγοντας της εξουσίας, όπως είναι ο διοικητής της τράπεζας της Ελλάδας – που είναι ένας κοινός μεγαλολογιστής του κράτους – , αντιλαμβανόμαστε ότι είναι ύποπτο – αν όχι εγκληματικό – να μην ορκίζεται η ηγεσία της δικαστικής εξουσίας.

Η ηγεσία της δικαστικής εξουσίας “προάγεται” και δεν “αναλαμβάνει” καθήκοντα. Προάγεται, όπως προάγεται ένας λοχίας σε επιλοχία. Γιατί έγινε αυτό; Για τον εξής απλό λόγο. Για να μπορεί η εκτελεστική εξουσία να απειλεί όποιον δικαστικό δεν την εξυπηρετεί. Για να μπορεί να απειλεί όποιον θα έχει τη φαεινή ιδέα να διερευνά ό,τι δεν πρέπει να διερευνάται. Για να μπορεί να διώχνει από το σώμα όποιον δικαστή την ενοχλεί. Για να μπορεί να σέρνει τους “λοχίες” τής δικαιοσύνης στο γραφείο τού εκάστοτε υπουργού δικαιοσύνης. Του απόλυτου κυρίαρχου μιας από τις κυρίαρχες εξουσίες. Του κυρίαρχου, που θ’ αποφασίσει μόνος του για τις αρχαιρεσίες και απλά τις επιλογές του στη συνέχεια θα επικυρώσει η εκτελεστική εξουσία.

Αν σ’ αυτό προστεθεί και η σχέση οικονομικής αλληλεξάρτησης μεταξύ των εξουσιών, ο αναγνώστης παίρνει μια πλήρη εικόνα της “ανεξάρτητης” δικαιοσύνης. Ο υπουργός δικαιοσύνης δεν αποφασίζει μόνον για τις αρχαιρεσίες, αλλά και για τους μισθούς τους. Γίνεται ο κορυφαίος και μοναδικός “συνδικαλιστής” των δικαστών, που θ’ αναλάβει να μεταφέρει τα αιτήματά τους στον πρωθυπουργό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η εκτελεστική εξουσία γίνεται ο “εργοδότης” της δικαστικής εξουσίας. Αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορεί εύκολα ένας υφιστάμενος να πάει “κόντρα” στον προϊστάμενο. Πώς θα πάει την επομένη να ζητήσει παροχές; Όχι τίποτε άλλο, αλλά για να καταλάβει κάποιος πώς οι ισχυροί παράγοντες του τόπου εξασφαλίζουν απαλλακτικά βουλεύματα κάθε φορά που κινδυνεύουν.

Αν υπήρχε σεβασμός προς το Σύνταγμα, τα πράγματα θα έπρεπε να ήταν διαφορετικά. Θα έπρεπε το σώμα των δικαστών να είναι ανεξάρτητο από κάθε παρέμβαση. Να αποφάσιζε μόνο του για την εσωτερική λειτουργία του και πολύ περισσότερο για τις αρχαιρεσίες του. Οι μισθοί των δικαστών να συνδέονταν με σταθερά μεγέθη, που δεν θα ανάγκαζαν τους δικαστές να “κρυπτοσυνδικαλίζονται” και να “σέρνονται” στα γραφεία της εκτελεστικής εξουσίας. Τι σημαίνει σταθερά μεγέθη; Να εισπράττουν αυτά τα οποία εισπράττουν άλλοι δημόσιοι λειτουργοί, στους οποίους δεν απαγορεύεται ο συνδικαλισμός. Να εισπράττουν οι αρεοπαγίτες ίσα με τους βουλευτές. Οι εφέτες ίσα με τους περιφερειάρχες και οι κοινοί δικαστές ίσα με τους ομοβάθμιούς τους του δημοσίου. Ποιος θα τολμούσε να παρενοχλήσει τη δικαιοσύνη σε μια τέτοια περίπτωση; Σε μια περίπτωση που κανένας δεν θα μπορούσε ν’ απειλεί κανέναν, είτε σε επίπεδο εξέλιξης είτε σε επίπεδο παροχών;

Θα τολμούσε ο υπουργός δικαιοσύνης να καλέσει στο γραφείο του τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, για να τον συγχαρεί για την προαγωγή του; Γιατί τον καλεί; Για να τον συγχαρεί για το “δώρο” που ο ίδιος του χάρισε; Τον καλεί, για να του δείξει ποιος είναι το “αφεντικό”. Από το ποιος πηγαίνει σε ποιον στις εθιμοτυπικές συναντήσεις μπορείς να καταλάβεις ποιος είναι ο ισχυρός. Γι’ αυτό τον καλεί στο γραφείο του ο υπουργός δικαιοσύνης. Τον καλεί, για να ελέγξει τη νομιμοφροσύνη του ως προς το πρόσωπό του. Τον καλεί ως “αφεντικό”, για να του ζητήσει να “μεριμνήσει” για μια “ειδική” περίπτωση. Όταν παίρνεις δώρα, ανταποδίδεις δώρα. Όταν δεν περιμένεις δώρα, κάνεις τη δουλειά σου. Πώς θα κάνει τη δουλειά της η ηγεσία της δικαιοσύνης, όταν ως πρόσωπα “χρωστάνε” στην εκάστοτε εκτελεστική εξουσία; Πώς θα ελέγξουν τους νόμους που επιβάλει η εκτελεστική εξουσία στην νομοθετική σ’ ό,τι αφορά τη συνταγματικότητά τους; Το Σύνταγμα είναι σαφές σ’ αυτόν τον τομέα. Άρθρo 93 4. Tα δικαστήρια ΥΠΟΧΡΕΟΥΝΤΑΙ να μην εφαρμόζoυν νόμo πoυ τo περιεχόμενό τoυ είναι αντίθετo πρoς τo Σύνταγμα.

Αυτό το οποίο θα δούμε τώρα είναι τα μεγάλα εγκλήματα που “χρεώνουμε” στη μη-δράση της δικαιοσύνης. Θα τα απαριθμήσουμε και θα τα αξιολογήσουμε ένα-ένα σ’ ό,τι αφορά τις τραγικές συνέπειές τους για τον λαό. Αφού τα αναλύσουμε, θα περιγράψουμε και τις δυνατότητες που έχει ο κάθε πολίτης για να σταματήσει αυτήν την αθλιότητα που ζούμε. Θα περιγράψουμε τις νόμιμες δυνατότητές του, θέλοντας —αν είναι δυνατόν— να προλάβουμε τα χειρότερα. Είναι βέβαιον ότι θα υπάρξουν τα χειρότερα, γιατί αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να πάει επί μακρόν. Δεν είμαστε μακριά από την “αργεντινοποίηση” της χώρας. Οι άθλιοι έχουν λεηλατήσει τα πάντα και η χρεοκοπία του κράτους δεν είναι μακριά. Δεν είναι μακριά το ΔΝΤ και η επιτροπεία του. Οι Έλληνες όμως δεν είναι Αργεντινοί, γιατί η ελληνική κοινωνία και το Σύνταγμά της δεν είναι όμοια μ’ αυτά της Αργεντινής. Η φασιστική Αργεντινή είχε τους νόμους, τους μηχανισμούς και τις υποδομές να αντέξει τη λαϊκή εξέγερση. Στη δημοκρατική Ελλάδα οι κλέφτες θα εκτελούνται με τις “ευχές” του Συντάγματος. Στη μικρή Ελλάδα οι κλέφτες δεν μπορούν να κρύβονται σε απομονωμένα και καλά φυλαγμένα “γκέτο”.

Τι καταλογίζουμε λοιπόν στη δικαστική εξουσία;

Έγκλημα 1

Η δικαιοσύνη επέτρεψε την άρρωστη ανάπτυξη του κομματισμού, που καταστρέφει τα πάντα. Επέτρεψε και μάλιστα χρηματοδότησε τις μεγαλύτερες συμμορίες που έχουν συσταθεί από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους.

Έγκλημα 2

Η δικαιοσύνη επέτρεψε την παράνομη ιδιωτικοποίηση των γιγάντων του δημοσίου. Αυτή επέτρεψε τη λεηλασία του κεφαλαίου του λαού από ντόπιους και ξένους οικονομικούς παράγοντες.

Έγκλημα 3

Η δικαιοσύνη επέτρεψε την παράνομη δυνατότητα ξένων ν’ αγοράζουν ελληνική γη. Αυτή ήταν που επέτρεψε να μειωθεί η αξία της ελληνικής ιδιότητας. Αυτή μείωσε την αξία των αγώνων του ελληνικού λαού και το αποτέλεσμα των αγώνων αυτών, που ήταν το αποκλειστικό δικαίωμα-προνόμιο να είναι ο Έλληνες οι μοναδικοί ιδιοκτήτες του ελληνικού κεφαλαίου.


Έγκλημα 4

Η δικαιοσύνη επέτρεψε την έκρηξη της διαφθοράς στον κρατικό μηχανισμό. “Ακούει”, “βλέπει” τι γίνεται, αλλά δεν κάνει τίποτε απολύτως. Η δικαιοσύνη επέτρεψε τον συνδικαλισμό των δημοσίων υπαλλήλων, που εκτός από παράνομος είναι και παράλογος.

Έγκλημα 5

Η δικαιοσύνη, αγνοώντας παντελώς τις ιδιομορφίες των καιρών, αφήνει την εξουσία και τους οικονομικούς παράγοντες να χειραγωγούν τα πάντα. Αφήνει την εξουσία να “κατασκευάζει” μέσω των ΜΜΕ το πολιτικό σκηνικό του μέλλοντος. Αφήνει την εξουσία να δημιουργεί συνθήκες νεποτισμού, που καταστρέφουν τη δημοκρατία, εφόσον οι αιρετές θέσεις γίνονται στην ουσία κληρονομικές. Το ίδιο συμβαίνει και με τους χορηγούς αυτών των αθλίων. Αφήνει την οικονομική ολιγαρχία να εκμεταλλεύεται τα ΜΜΕ και να μονιμοποιείται στην κορυφή εις βάρος των ανταγωνιστών της.

Έγκλημα 6

Αγνοώντας τον συνταγματικό της ρόλο, δεν υπερασπίστηκε τη θέση της. Εξαιτίας της ιδιοτέλειας και της φιλοδοξίας των στελεχών της, δεν υπερασπίστηκε την ανεξαρτησία της και τον θεσμικό της ρόλο. Για μερικές αυξησούλες και για την αποφυγή του κόστους της μάχης για ανεξαρτησία υπέκυψε στην εκτελεστική εξουσία, την οποία όχι απλά δεν ελέγχει, αλλά είναι υπηρέτης της.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ

ΠΗΓΗ:

http://deltio11.blogspot.com/2010/01/blog-post_1803.html